ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ


Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Στερεότυπα


Το ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΦΥΛΛΟ [sex] ενός ατόμου είναι γενετικά καθορισμένο, ενώ το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΥΛΛΟ [gender] είναι πολιτισμικά και κοινωνικά κατασκευασμένο. Υπάρχουν επομένως δύο βιολογικά φύλα (το αρσενικό και το θηλυκό) και δύο κοινωνικά φύλα (το ανδρικό και το γυναικείο). Στην ελληνική γλώσσα αυτή η διάκριση είναι εμφανής στους προσδιορισμούς που χρησιμοποιούνται για το βιολογικό φύλο (αρσενικό και θηλυκό) και το κοινωνικό φύλο (ανδρικό και γυναικείο). Οταν αναφερόμαστε στην ταυτότητα τουΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΦΥΛΛΟΥ [gender identity]εννοούμε την αυτοαντίληψη που διαμορφώνει ένα άτομο σχετικά με τον ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ Η ΑΝΤΡΙΚΟ ΡΟΛΟ [gender role] που επιλέγει να ασκεί και ο οποίος μπορεί να είναι διαφορετικός από το βιολογικό φύλο. Ενώ το βιολογικό / κοινωνικό φύλο στην καθημερινή γλώσσα χρησιμοποίειται εναλλακτικά, στις κοινωνικές επιστήμες το κοινωνικό φύλο αναφέρεται ειδικά στις κοινωνικές διαφορές γνωστές ως ανδρικοί ή γυναικείοι κοινωνικοί ρόλοι.

H Joan Ackner πιστεύει ότι τα στάδια της κοινωνικοποίησης σε σχέση με το κοινωνικό φύλο καθορίζονται μέσα από τουλάχιστον πέντε διαφορετικές αλληλοσυσχετιζόμενες κοινωνικές διαδικασίες.

1. Η κατασκευή των διακρίσεων που αφορούν το κοινωνικό φύλο συντελείται στην εργασία, την οικογένεια, το κράτος, την πολιτική.
2. Η κατασκευή συμβόλων και εικόνων μέσω της γλώσσας, της ιδεολογίας, της ένδυσης και των ΜΜΕ εξηγούν, εκφράζουν και ενισχύουν αυτές τις διακρίσεις.
3. Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, όταν επικοινωνούν μεταξύ τους, ενέχουν στοιχεία εξουσίας και υποταγής. Για παράδειγμα, οι [conversational theorists] μελέτησαν πώς κατά την καθημερινή συνομιλία ο καθορισμός του θέματος, οι διακοπές, η σειρά του κάθε ομιλητή υποδηλώνουν την ανισότητα των φύλων.
4. Οι παραπάνω τρεις διαδικασίες συντελούν στην διαμόρφωση των στοιχείων της ατομικής ταυτότητας ως προς το φύλο.
5. Το κοινωνικό φύλο εμπλέκεται στις καθοριστικές, συνεχείς διαδικασίες που δημιουργούν και επιβάλλουν οι κοινωνικές δομές.


  • Σύμφωνα με την Ann Oakley που εισήγαγε τον όρο στην κοινωνιολογία, το «φύλο» αναφέρεται στην βιολογική διάκρ.loιση σε ανδρικό και γυναικείο και το «κοινωνικό φύλο» στην παράλληλη και κοινωνικά άνιση διάκριση σε αρσενικό και θηλυκό. Επομένως το κοινωνικό φύλο εστιάζεται στις κοινωνικά κατασκευασμένες διαστάσεις των διαφορών μεταξύ ανδρών και γυναικών. . Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΦΥΛΛΟΥ Η έννοια του φύλου είναι σήμερα πολύπλοκη και έχει οριστεί με πολλούς διαφορετικούς τρόπους από την ψυχολογία. Άλλοι την έχουν ορίσει ως προσωπικά χαρακτηριστικά συνδεδεμένα με τη βιολογία και το σώμα ή ως το αποτέλεσμα μιας διαπροσωπικής σχέσης ή ως ένα τύπο κοινωνικής οργάνωσης ή ως μια κοινωνική ιδεολογία. Άλλοι ως αποτέλεσμα της γλώσσας που χρησιμοποιούμε για να περιγράφουμε τα φύλα ή ως τη βάση κατανομής κοινωνικής εξουσίας ή ως αποτέλεσμα μαθημένης συμπεριφοράς ( Αρσέλ, 2008: σελ. 26) Η εμπειρική ψυχολογική έρευνα για το φύλο ξεκινά με τη μελέτη της διχοτομίας των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας. Από το 1890, οι ψυχολόγοι μετρούν τα διάφορα χαρακτηριστικά με τεστ και κλίμακες και συγκρίνουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων για τις γυναίκες με αυτά για τους άνδρες. Το σύνολο αυτής της έρευνας, γνωστό ως «έρευνα για τη βιολογική έμφυλη διαφορά», είναι τεράστιο. Οι ψυχολόγοι Maccoby & Jackson (1974) στο έργο τους, «Η ψυχολογία των διαφορών του φύλου», μελέτησαν πάνω από 1400 δημοσιευμένες μελέτες σε σχέση με ένα σύνολο ανθρώπινων δραστηριοτήτων, γνωστικών λειτουργιών, προσωπικών χαρακτηριστικών και κοινωνικών συμπεριφορών. Τουλάχιστον ο ίδιος αριθμός νέων ερευνών έχει δημοσιευτεί από τότε μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα. Η έμφυλη διαφορά είναι ένα από τα θέματα που έχει ερευνηθεί περισσότερο από κάθε άλλο στην ψυχολογία (Connell, 2006). Συνοψίζοντας τα ευρήματα τους οι Maccoby & Jackson (1974) κατέληξαν σε έναν κατάλογο «αβάσιμων πεποιθήσεων για τις έμφυλες διαφορές»[1]. Το ξεκίνημα αυτής της έρευνας περιγράφεται στη μελέτη της Rosalind Rosenberg, Beyond Separate Spheres (1982), σύμφωνα με την οποία η πρώτη γενιά ψυχολόγων ερευνητριών/τών βρήκε, αντίθετα με την επικρατούσα βικτοριανή αντίληψη, ότι οι πνευματικές ικανότητες των ανδρών και των γυναικών ήταν λίγο- πολύ ίδιες. Μετέπειτα προσπάθειες να βρεθούν έμφυλες διαφορές σε αυτό το πεδίο δεν κατέληξαν πουθενά (Halpern & Lamay, 2000). Mετά από εκατό χρόνια έρευνας πάνω στις έμφυλες διαφορές, το αδιαφιλονίκητο συμπέρασμα είναι ότι οι άνδρες και οι γυναίκες δεν είναι καθόλου διαφορετικοί σε μια μεγάλη ποικιλία χαρακτηριστικών που εξετάστηκαν από την ψυχολογία. Το βασικό εύρημα είναι ότι οι γυναίκες και οι άνδρες είναι ψυχολογικά πολύ όμοιοι, ως ομάδες (Connell, 2006). Οι ψυχολόγοι, σήμερα, διακρίνουν και καταγράφουν τη διαφορά ανάμεσα στο ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΦΥΛΛΟ [sex] και στο κοινωνικό φύλο [gender] ενός ανθρώπου (Turner, 1998). Tο βιολογικό φύλο είναι ένα ορατό και συνήθως μόνιμο χαρακτηριστικό, το οποίο αποκτά κανείς με τη γέννηση του και αναφέρεται στα αναπαραγωγικά όργανα και στις λειτουργίες του άνδρα και της γυναίκας, δηλαδή στις ορμόνες και στα φυσιολογικά χαρακτηριστικά που καθορίζονται με τη γέννηση (Doyle, 1985). Το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΦΥΛΛΟ [gender] αναφέρεται σε κοινωνικά, πολιτισμικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά, στερεότυπα[2] και ρόλους των φύλων, οι οποίοι θεωρούνται τυπικοί και επιθυμητοί για αυτούς που η κοινωνία καθορίζει πλέον ως «γυναίκες» ή «άνδρες» (Doyle, 1985). Η διάκριση αυτή είναι πολύ σημαντική, καθώς συχνά υποθέτουμε, εσφαλμένα, ότι οι πολιτισμικές νόρμες του ανδρισμού και της θηλυκότητας είναι φυσιολογικές, δηλαδή καθορίζονται άμεσα από τη βιολογία (Turner, 1998). Ακολουθεί μια συνοπτική παρουσίαση των σημαντικότερων ψυχολογικών προσεγγίσεων για την ανάπτυξη της ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΦΥΛΛΟΥ[gender identity].

    Oi αντιλήψεις και στάσεις σχετικά με την ταυτότητα και τους ρόλους ανδρών και γυναικών, που ασυνείδητα ή συνειδητά υιοθετούμε και πού προβάλλονται από ποικίλες πηγές γύρω μας, όπως το συγγενικό περιβάλλον ή τα ΜΜΕ. Κάποιες είναι λειτουργικές, ενώ άλλες όχι. Η σεξουαλική παρενόχληση επιβεβαιώνει, ενισχύει και διαιωνίζει μη-λειτουργικά στερεότυπα για τη γυναίκα, όπως: «η θέση της γυναίκας είναι στο σπίτι, όχι στον εργασιακό χώρο», «ο ρόλος της είναι αυτός της συζύγου ή ερωμένης, όχι της ισότιμης ή ανώτερης συναδέλφου», «η γυναίκα στην ουσία είναι ένα αντικείμενο για σεξουαλική ευχαρίστηση, όχι ένα ισάξιο και εξίσου ικανό ανθρώπινο πλάσμα και συνεργάτης»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου